Image

Ο Γκράμσι για την “κατάκτηση του κράτους”

3
λεπτά ανάγνωσης

[…] Τους μαρξιστές κομμουνιστές πρέπει να τους χαρακτηρίζει μια ψυχολογία που μπορούμε να την ονομάσουμε “μαιευτική”. Η δραστηριότητά τους δεν πρέπει να παρασυρθεί από την πορεία των γεγονότων που καθορίζονται από τους νόμους του αστικού ανταγωνισμού, αλλά πρέπει να έχουν στάση κριτικής αναμονής. Η ιστορία είναι ένα συνεχές γίγνεσθαι και είναι κατά συνέπεια ουσιαστικά απρόβλεπτη. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι “όλα” είναι απρόβλεπτα στο γίγνεσθαι της ιστορίας, ότι δηλαδή στην ιστορία κυριαρχούν η αυθαιρεσία και το ανεύθυνο καπρίτσιο. Η ιστορία είναι ταυτόχρονα ελευθερία και αναγκαιότητα. Οι θεσμοί στην ανάπτυξη και στη δραστηριότητα των οποίων ενσαρκώνεται η ιστορία, γεννήθηκαν και διατηρούνται επειδή έχουν ένα έργο και μιαν αποστολή να πραγματοποιήσουν. Γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν μέσα σε ορισμένες αντικειμενικές συνθήκες παραγωγής των υλικών αγαθών και διανοητικής γνώσης των ανθρώπων. Αν αυτές οι αντικειμενικές συνθήκες, που χάρη στη μηχανική τους φύση είναι σχεδόν μαθηματικά σύμμετρες, μεταβληθούν, μεταβάλλεται επίσης και το σύνολο των σχέσεων που ρυθμίζουν και διαμορφώνουν την ανθρώπινη κοινωνία και αλλάζει ο βαθμός συνείδησης των ανθρώπων. Δηλαδή ο κοινωνικός σχηματισμός μεταβάλλεται, οι παραδοσιακοί θεσμοί εκφυλίζονται – γίνονται ακατάλληλοι για το έργο τους – και καταντούν να είναι εμπόδια και βλαβεροί. Εάν μέσα στο γίγνεσθαι της ιστορίας η διανόηση γινόταν ανίκανη να αποκτήσει ένα ρυθμό και να καθιερώσει μια διαδικασία τότε η ύπαρξη του πολιτισμού θα ήταν αδύνατη: η πολιτική μεγαλοφυία αναγνωρίζεται ακριβώς απ’ αυτή της την ικανότητα να κυριαρχεί στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό συγκεκριμένων αναγκαίων και κατάλληλων όρων για να καθορίσει ένα προτσές ανάπτυξης και από την ικανότητά της κατά συνέπεια να προλαβαίνει το κοντινό και απώτερο μέλλον και τέλος πάνω στη γραμμή αυτής της διαίσθησης βασίζεται η δραστηριότητα ενός κράτους και διακινδυνεύεται η τύχη ενός λαού. Μ’ αυτή την έννοια ο Καρλ Μαρξ στάθηκε χωρίς καμιά σύγκριση η πιο μεγάλη από τις σύγχρονες πολιτικές μεγαλοφυίες.

Οι σοσιαλιστές αποδέχτηκαν και συχνά με δουλοπρέπεια την ιστορική πραγματικότητα που παράγεται από την καπιταλιστική πρωτοβουλία. Έπεσαν στο ψυχολογικό λάθος των φιλελεύθερων οικονομολόγων και πίστεψαν στη μονιμότητα των θεσμών του δημοκρατικού κράτους και στη θεμελιακή τελειότητά τους. Σύμφωνα με αυτούς, η μορφή των δημοκρατικών θεσμών μπορεί να χρειάζεται διόρθωμα και ρετουσάρισμα εδώ κι εκεί, αλλά βασικά πρέπει να είναι σεβαστή […]

Από αυτή τη λαθεμένη αντίληψη του ιστορικού γίγνεσθαι, από τη μακρόχρονη πρακτική του συμβιβασμού κι από μια τακτική “βλακωδώς” κοινοβουλευτική, γεννιέται η σημερινή φόρμουλα για την “κατάκτηση του κράτους”.

Εμείς όμως είμαστε πεπεισμένοι, ύστερα μάλιστα από τις επαναστατικές εμπειρίες της Ρωσίας, της Ουγγαρίας και της Γερμανίας, ότι το σοσιαλιστικό κράτος δεν μπορεί να ενσαρκωθεί στους θεσμούς του καπιταλιστικού κράτους, αλλά ότι είναι ένα βασικά νέο δημιούργημα σε σχέση με αυτούς τους θεσμούς, αν όχι και σε σχέση με την ιστορία του προλεταριάτου. Οι θεσμοί του καπιταλιστικού κράτους οργανώθηκαν σύμφωνα με την τελεολογία του ελεύθερου ανταγωνισμού και δεν αρκεί να αλλάξουμε το προσωπικό τους για να κατευθυνθούν σε μιαν άλλη αντίληψη της δραστηριότητάς τους. […]

Αντόνιο Γκράμσι, L’ Ordine Nuovo, 12 Ιουλίου 1919