Image

Κάλπη, θράσος και ουζάκι

Θέλει και θράσος η νεοφιλαδελφειώτικη νεοσυριζαίικη ερμηνεία των τοπικών αποτελεσμάτων των εσωτερικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, την οποία προθύμως ανέδειξε ο Κώστας Κακάτσος στην “Αναζήτησή” του:

“Χαρακτηριστικό της ψηφοφορίας είναι η προτίμηση των μελών στην Ρένα Δούρου η οποία μέσω της Περιφέρειας Αττικής χρηματοδότησε πολλά έργα στην πόλη μας, αλλά και του πρώην υπουργού, Αλέκου Φλαμπουράρη, ο οποίος αν και στο σύνολο της Αττικής φαίνεται να εκλέγεται μετά την 20η θέση, στην πόλη μας τον βλέπουμε στην 1η εξάδα γεγονός που αναδεικνύει μεταξύ άλλων και την αναγνώριση της συνεισφοράς τους στην ανέγερση του γηπέδου.”

Ότι ο Αλέκος Φλαμπουράρης συνέβαλε στην ικανοποίηση των συμφερόντων του Δημήτρη Μελισσανίδη είναι αναμφισβήτητο. Τα συμφέροντα Μελισσανίδη εξυπηρέτησε, όμως, και ο Πάνος ο Σκουρλέτης, αλλά κι αυτός κάτω απ’ τους 20 βρίσκεται στ’ αποτελέσματα της Αττικής. Τι έγινε ρε σύντροφοι σε αυτή την περίπτωση; Γιατί προνομιακό ναι του/της φιλαδελφειώτη/ισσας νεοσυριζαίου/ας στον Αλέκο Φλαμπουράρη και όχι στον Πάνο τον Σκουρλέτη, που δεν χάνει ευκαιρία να έρθει και στην πόλη μας, περιφερόμενος πάντα αγκαζέ με τα στελέχη της τοπικής; Τόσο λίγο περνάει ο λόγος σας στα μέλη;

Κι αν η Αρένα Δούρου έπρεπε να επικροτηθεί για τη δική της συνεισφορά στο έργο του Μελισσανίδη (και άλλα τοπικά έργα που ετέθησαν περίπου ως αντισταθμιστικά, αν και ο Άρης Βασιλόπουλος προτιμούσε να τα εμφανίζει ως άσχετα), γιατί δεν συνέβη αυτό το 2019, όταν έχασε 40.000 ψήφους στον πρώτο γύρο, σε σχέση με το 2014, που είχε εκλεγεί; Και γιατί η τοπική οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε τότε τον κόπο να δώσει έστω ανεπίσημα τοπικά αποτελέσματα της περιφερειακής κάλπης για να τεκμηριώσει ότι η Αρένα άρεσε ιδιαιτέρως στα μέρη μας; [hint από τα δημοσιευμένα: ΣΥΡΙΖΑ ΝΦ-ΝΧ 2019: 36,47%, Δούρου Κεντρικός Τομέας 2019: 20,5%].

Αυτά παθαίνει κανείς όταν κοιτάζει τον καθρέφτη για να ερμηνεύσει τον κόσμο.

Δεν λέμε ότι οι εκλογές δεν έχουν ενδιαφέρον – οι εκλογές πάντα έχουν ενδιαφέρον ως δείκτης (“του βαθμού ωριμότητας της εργατικής τάξης”, έλεγε κάποτε ο Ένγκελς και μηρυκάζει έκτοτε η εγχώριος αριστερά χάνοντας στην πορεία την τάξη, τις εκλογές και την ωριμότητα μ’ αυτή τη σειρά), αλλά οι ερμηνευτικές τους προσπάθειες, ειδικά όταν έρχονται από αυτούς που τις διοργανώνουν, δεν μπορεί παρά να απηχούν τον δικό τους τρόπο σκέψης.

Δηλαδή το πιο ενδιαφέρον είναι άλλο: ότι ένα κόμμα της … “ριζοσπαστικής αριστεράς” διαβάζει κι ερμηνεύει τα εσωτερικά εκλογικά του αποτελέσματα στη βάση της συμβολής υψηλόβαθμων στελεχών αυτού του κόμματος στην επιτυχή εξέλιξη μιας κτηματομεσιτικής επένδυσης ενός μεμονωμένου εθνικού καπιταλιστή, με έντονα αμφιλεγόμενες πρακτικές.

Τι είναι, δηλαδή, ένα πολιτικό κόμμα της … “ριζοσπαστικής αριστεράς” στις μέρες μας, κατά την ερμηνεία της τοπικής οργάνωσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ; Ένας μηχανισμός που όταν βρεθεί στην εξουσία διοχετεύει δημόσιους πόρους σε ιδιωτικά έργα στη βάση ιδιωτικών συμφωνιών των στελεχών του, ενώ αργότερα αυτά τα στελέχη (και τα αποκεντρωμένα τους φερέφωνα) επιχειρούν να αναδείξουν τις ιδιωτικές συμφωνίες τους ως πολιτικό τους προσόν. Ένα σχήμα που, ξεπερνώντας την παλαιοκομματική μενταλιτέ του βουλευτή Καλοχαιρέτα που χαιρετά δια χειραψίας αλλά δεν “ετελείωσε” τίποτα στην πολιτική του καριέρα, επιχειρεί να μετρήσει αποτελεσματικότητα – αλλά για τα συμφέροντα της λάθος πλευράς.

Αυτή η στάση ενός πολιτικού κόμματος δεν είναι νέα, ούτε και ανώνυμη. Υπάρχει ιστορικός όρος που στεγάζει αυτή την έκδηλη και περήφανη σχέση της μεγάλης ιδιωτικής οικονομίας με την επαγγελματική πολιτική: λέγεται κορπορατισμός και υπήρξε στον μεσοπόλεμο η βάση του φασιστικού κινήματος στη γειτονική Ιταλία. Είναι βέβαια λάθος να χρησιμοποιεί κανείς κατ’ άμεση αναλογία αναλυτικά σχήματα άλλων ιστορικών περιόδων, αλλά είναι σαφές, από την ίδια τη “διαρροή” της τοπικής οργάνωσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι έχει συγκεκριμένες προτεραιότητες κι αποτελεί το “ριζοσπαστικό αριστερό” δεκανίκι της “επένδυσης” Μελισσανίδη στην περιοχή μας και των όσων αυτή σέρνει πίσω της από μικρότερα συμφέροντα – να μην ξαναγράφουμε τα ίδια.

Είναι αυτού του είδους το πολιτικό μάρκετινγκ εύλογο κι εύκολο, μετά την τραυματική για την ελληνική κοινωνία εμπειρία της “κυβερνώσας αριστεράς”, που κατέληξε, όπως έλεγαν οι αντίπαλοί της, να γίνει “αριστερή παρένθεση” ολίγων μηνών, μέχρι να αναστηθεί από τις στάχτες του ως Φοίνιξ το ελληνικό πολιτικό σύστημα; Ναι, είναι η σύντομη απάντηση – λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τελευταία πυκνά 13 χρόνια, από το 2009 και μετά, τα είχαν όλα και μας έμεινε ένα μοναχά σύμπλεγμα: η ελάττωση της πολιτικής συμμετοχής, η έλλειψη εμπιστοσύνης στην πολιτική διαδικασία και η ενσωμάτωση των “πραγματιστικών” αρχών στον επίσημο λόγο των υποτιθέμενων ριζοσπαστών.

Όπως κάνει, δηλαδή, με συνέπεια και η τοπική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προβάλλοντας, δια του Κώστα Κακάτσου, το δέντρο την εν λόγω ερμηνεία ενός ήσσονος, πιο ήσσονος δεν πάει, αποτελέσματος και χάνοντας το δάσος του τι μυαλά κουβαλάει ο συλλογικός φορέας που προβάλλει αυτή την ερμηνεία. Ευτυχώς, έρχεται το καλοκαίρι: οι παραλίες περιμένουν τα νέα μέλη να συζητήσουν τα προβλήματα με άφθονο ούζο, ρετσίνα και ψαράκι…

π.