Image

Η περίοδος 27 Απριλίου 1941 έως 12 Οκτωβρίου 1944 στη Νέα Φιλαδέλφεια .4

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Οι κάτοικοι της Πρωτεύουσας και εκείνοι του Μικρασιατοπροσφυγικού Συνοικισμού της Νέας Φιλαδέλφειας έχουν εικόνα των πραγμάτων, εφόσον βιώνουν τα πράγματα, συχνά δε δεν χρειάζεται να ψάχνουν κάτω από τις γραμμές των γραφομένων στις εφημερίδες ή των δηλώσεων των αρμοδίων – είναι και τα γραφόμενα και οι δηλώσεις αντανακλάσεις πράγματι μιας ζοφερής καταστάσεως.

Και δύο-τρία παραδείγματα: 1) Ο Υπουργός Επισιτισμού ομιλών στους εκπροσώπους του Τύπου στις 26 Μαΐου 1941 “εκαυτηρίασε την τάσιν την αχαλίνωτον, το κύμα αυτόχρημα της αισχροκερδείας όπερ ογκούται οσημέραι εις βάρος του δυστυχούντος λαού. Είναι ανέκφραστος η οδύνη ην δοκιμάζει τις διαπιστώνων ότι εις στιγμάς δυστυχίας, αντί να πρυτανεύση το αίσθημα της αλληλεγγύης […], τουναντίον εσίγησε παν αίσθημα ανθρωπιστικόν και εκδηλούται μόνον το αίσθημα […] του ευκόλου αλλ’ εγκληματικού πλουτισμού, ενώ αγωνιώδεις καταβάλλωνται προσπάθειαι διά να εξασφαλισθή ο άρτος τουλάχιστον του λαού […]” (βλ. εφημερίδα Ακρόπολις, 27 Μαΐου 1941, σελ. 1) – 2) “Είναι πολλαί αι επείγουσαι φροντίδες του Υπουργείου Εργασίας”, γράφει η Ακρόπολις και συνεχίζει: “Εν τούτω, δεν θα ήτο άσκοπον να διαταχθή ένας αιφνιδιαστικός έλεγχος εις εργοστάσια και επιχειρήσεις. Διότι διασταυρούνται αι καταγγελίαι καθ’ ας εις αφθόνους περιπτώσεις όλοι οι εργατικοί νόμοι έχουν, αυθαιρέτως, σταλεί εις περίπατον. Παραβιάσεις επί παραβιάσεων σημειούνται εις βάρος, όλαι, των εργαζομένων. Καιρός είναι, με αθρόας τιμωρίας των παραβατών, να πληροφορηθούν ούτοι ότι η έκτακτος περίστασις που διέρχεται η χώρα και ο περισπασμός της προσοχής του Κράτους εις την αντιμετώπισιν των μεγάλων προβλημάτων που αξιούν ταχείαν λύσιν, δεν πρέπει να αποτελούν απαραιτήτως την πρόσφορον “αναμπουμπούλαν”, η οποία δίδει την ευχέρειαν εις εκμετάλλευσιν των εργαζομένων” (βλ. φύλλο της 27ης Μαΐου 1041, σελ. 1) – 3) “[Αι αστυνομικαί και αγορανομικαί αρχαί] ήρχισαν να συλλαμβάνουν και να παραπέμπουν εις το Αισχροδικείον τους αυτοχειροτονήτους εμπόρους της μαύρης αγοράς. Εις τας σχετικάς ανακοινώσεις βλέπει κανείς μετ’ εκπλήξεως να κάμνουν το μυστικόν εμπόριον των τροφίμων άνθρωποι άλλων επαγγελμάτων που δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με αυτό. Επιπλοποιοί πωλούν τυρί και κουρείς κρέας. Το Αισχροδικείον θα είναι ασφαλώς πολύ αυστηρόν μαζί των. Διότι το να αισχροκερδήση ο μπακάλης, ο μανάβης ή ο κρεοπώλης μπορεί κανείς να το καταλάβη. Αλλά πώς να καταλάβη ότι ένας σιδηρουργός γίνεται αιφνιδίως και αυθαιρέτως κρεοπώλης με τον ιερόν σκοπόν να καταβροχθίση διά των υπερβολικών τιμών τας σάρκας του πλησίον του! […]” (βλ. εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα, 29 Μαΐου 1941, σελ. 1).

Ένα μόλις μήνα μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα μειώνεται η μερίδα του ψωμιού από 100 δράμια σε 60. Το εισκομιζόμενο κρέας στην περιοχή της Πρωτεύουσας δεν φθάνει για ταυτόχρονη διανομή για μια έστω μέρα την εβδομάδα, το Σάββατο· αποφασίστηκε λοιπόν όπως “εφεξής εκάστη συγκεντρουμένη ποσότητα κρέατος διανέμηται εις το κοινόν εκ περιτροπής κατά περιφερείας αστυνομικών τμημάτων και ανεξαρτήτως ημέρας της εβδομάδος”· στις οικογένειες με 7 άτομα και πάνω χορηγείτο μία οκά, στις οικογένειες με 3-6 άτομα χορηγούνταν 300 δράμια και σε οικογένειες με 1-2 άτομα 150 δράμια· “η κατοχή, παρασκευή και κατανάλωσις κρέατος θα επιτρέπεται εφεξής μόνον εις την περιφέρειαν όπου γίνεται η διανομή, κατά την διάρκειαν της ημέρας της διανομής και εις ποσότητα οριζομένην υπό της παρούσης”. Και στα εστιατόρια τι με το κρέας; “Εις τα εστιατόρια, ζυθεστιατόρια, οινομαγειρεία, μπαρ, ταβέρνας, οικοτροφεία και λέσχας επιτρέπεται η κατοχήν μεν την Παρασκευήν, Σάββατον και Κυριακήν η παρασκευή δε και πώλησις μαγειρευμένου κρέατος μόνον την Κυριακήν ανεξαρτήτως περιφερείας αστυνομικού τμήματος όπου ευρίσκεται το εστιατόριον” (βλ. Ελεύθερον Βήμα, 29 Μαΐου 1941, σελ. 1).

Και με τις πατάτες τι συνέβαινε; Η ανακοίνωση του Υπουργείου Επισιτισμού σαφής θαρρώ ήταν: “Ήρξατο και θέλει συνεχισθή η εισκόμισις αρκετών ποσοτήτων γεωμήλων εις Αθήνας και Πειραιά. Επειδή όμως αι ημερησίως εισκομιζόμεναι ποσότητες δεν υπάρχουν προς διανομής εις ολόκληρον την περιφέρειαν Αθηνών-Πειραιώς, ελήφθη το μέτρον της διαδοχικής κατά περιφερείας αστυνομικών τμημάτων διανομής τούτων. Συνιστάται εις τους κατοίκους να αναμένωσι την εις την περιφέρειαν της κατοικίας των διανομήν και να μην σπεύδωσι να μεταβαίνωσιν εις περιφερείας άλλων αστυνομικών τμημάτων προς αγοράν γεωμήλων […]” (βλ. εφημερίδα Ακρόπολις, 27 Μαΐου 1941, σελ. 2).

Δεν χρειάζονταν πιο πολλά θαρρώ οι κάτοικοι της Πρωτεύουσας και μαζί της Νέας Φιλαδέλφειας για να συμπεράνουν πως η Κατοχή της Ελλάδας από τους Γερμανούς ήταν η αιτία της χειροτέρευσης των όρων της ζωής τους. Και αρχίσανε φυσικά να το λένε, να το συζητούν… Το Υπουργείο Επισιτισμού σε απάντηση ανακοίνωσε τότε τα ακόλουθα: “Αι παρουσιαζόμεναι μεγάλαι δυσχέρειαι εις τον επισιτισμόν λόγω των καταστροφών των συγκοινωνιών και των μικρών εν γένει αποθεμάτων άτινα ευρέθησαν εν τη χώρα, σημειούται τάσις παρά μέρους πολιτών να αποδοθούν εις τον Στρατόν Κατοχής. Η στοιχειώδης όμως εντιμότης επιβάλλει να αναγνωρίσομεν πάντες ότι η συστηματική καταστροφή των σιδηροδρομικών και οδικών γεφυρών έγινε παρά των Άγγλων χωρίς ίσως εν πολλοίς να δικαιολογείται εκ στρατιωτικών λόγων. Αφ’ ης η Ελλάς ενεπλάκη εις Πόλεμον και έγινε πεδίο πολέμου μεταξύ ξένων στρατών έπρεπε να γνωρίζομεν ότι καταστροφάς θα υφίσταντο και μείωσιν εν γένει των αποθεμάτων της […]. Δεν πρέπει να παραγνωρίζονται όθεν αι αλήθειαι αύται παρ’ όσων παραγνωρίζονται […] Αντί ν’ αποδίδωμεν όλα εις τους ξένους πρέπει να αντιμετωπίσωμεν ανδρικώς τας ευθύνας ημών των ιδίων τόσον προ της καταστροφής όσον και μετ’ αυτήν” (βλ. Ελεύθερον Βήμα, 29 Μαΐου 1941, σελ. 1). Έσπευσε στη συνέχεια το Υπουργείο Επισιτισμού να κάνει τα πικρά γλυκά πληροφορώντας τους υπόδουλους  ποιοι και πού πωλούν σταφίδα και ότι ορίσθηκε ανώτατη τιμή που θα πουλιέται ο χαλβάς ο παρασκευαζόμενος “εκ σταφιδίνης και σισαμίου” (εκ των εργοστασίων 43,20, χονδρικώς 46,50 και λιανικώς 52 δρχ. κατ’ οκάν) και ο χαλβάς ο παρασκευαζόμενος “διά φυστικίου, αμυγδάλου κλπ. [κατά δύο δραχμάς περισσότερο από τις παραπάνω τιμές]”.

Ωστόσο ορθά αισθάνθηκε ο κόσμος ότι ο Στρατός Κατοχής ήταν η αιτία της απότομης χειροτέρευσης των συνθηκών της έτσι κι αλλιώς δύσκολης ζωής του – και τούτο διότι η διατροφή αυτού του Στρατού γινόταν από την καταλήστευση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (δεσμεύσεις, επιτάξεις, κατασχέσεις ή και αγορές με το “κατοχικό μάρκο” ή τη “μεσογειακή δραχμή”, που τύπωναν αράδα τα κινητά τυπογραφεία του χωρίς κανένα αντίκρυσμα) των εντός Ελλάδος τροφίμων, ποσότητα των οποίων έλυνε και προβλήματα τροφοδοσίας του Γερμανικού στρατού στην Αφρική ή και του πληθυσμού της Γερμανίας. Ο καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος στο βιβλίο του Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδος που κυκλοφόρησε το 1945, έχει σημειώσει πολλά διαφωτιστικά. Και η Έκθεση Δοξιάδη, που με τον τίτλο Θυσίες της Ελλάδος. Αιτήματα και Επανορθώσεις στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κυκλοφόρησε το 1947 από το Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, αναφέρεται και στη λεηλασία των αγαθών από τους κατακτητές (ενώ ένα επιβλητικό κείμενο 232 σελίδων με τίτλο “The problem of reconstruction of the build areas in Greece” έχει συνταχθεί το 1944). Στο ογκώδες σύγγραμμά του με τίτλο Μελέται και αναμνήσεις εκ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Αθήναι 1950/1951) ο Αθανάσιος Ι. Σμπαρούνης, που ως εκ της θέσεώς του κατά την Κατοχή και την Απελευθέρωση καλώς γνώριζε τα σχετικά, τονίζει την αφαίρεση υπό της Κατοχής μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων, εμπορευμάτων και όλων των εξαγωγίμων ειδών, καθώς και την αφαίρεση της παραγωγικής Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ο καθηγητής Αθανάσιος Ι. Σμπαρούνης και σε μελέτη του που δημοσιεύθηκε στο Λεύκωμα της Πεντηκονταετηρίδος 1920-1970 της ΑΣΟΕΕ και αναδημοσιεύθηκε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στις 28 Δεκεμβρίου 1972, διαφωτίζει εναργώς τον τρόπο ενεργείας του εισβαλόντος Γερμανικού Στρατού τον Απρίλιο του 1941 ευθύς εξαρχής. Προσθέτω πως η Έκθεση Δοξιάδη στέκεται και στην καταστροφή από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους των υδραυλικών και αρδευτικών έργων των κάμπων της Θεσσαλονίκης και των Σερρών, έργο των Ελλήνων μηχανικών του Μεσοπολέμου, που είχε συντελέσει στην ουσιαστική αύξηση της αγροτικής παραγωγής.

(Ακολουθεί συνέχεια)

Κώστας Π. Παντελόγλου

1 Comments Text