Στην ανάρτησή του στο www.greekarchitects.gr (25.1.2014) ο Γ. Σαρηγιάννης ασχολείται, με τον δικό του πάντοτε τρόπο, και με την ετήσια έκδοση του Ορέστη Δουμάνη “Αρχιτεκτονικά Θέματα” και τα σε αυτήν δημοσιευόμενα κείμενα – λίγο περισσότερο με το πρώτο τεύχος, το οποίο είχε κυκλοφορήσει λίγες μέρες πριν την δικτατορία των συνταγματαρχών.
Δεν θέλω στο σημερινό γραφτό μου στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” να αναφερθώ στον τρόπο που ο Γ. Σαρηγιάννης γράφει στην παραπάνω σημειωθείσα ανάρτησή του για τα “Αρχιτεκτονικά Θέματα”, και ειδικότερα για το πρώτο τεύχος τους. Θέλω μόνο σε δυο πράγματα να σταθώ:
Πρώτον, στο σημείο εκείνο που γράφει για “απουσία (από το πρώτο τεύχος των “Αρχιτεκτονικών Θεμάτων”) ορισμένων στελεχών του ΣΑΔΑΣ, καθαρά μαρξιστικής ιδεολογίας … όπως του Νίκου Σιαπκίδη και του Κώστα Μπίτσιου” – μα καλά, δεν διάβασε ο Γ. Σαρηγιάννης στο τεύχος αυτό το κείμενο του Κώστα Μπίτσιου για τα Αρχιτεκτονικά Συνέδρια, το οποίο αυτός υπέγραφε με την ιδιότητα του Αντιπροέδρου του Τεχνικού Επιμελητηρίου και του πρώην Προέδρου του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων;
Το δεύτερο σημείο στο οποίο θέλω εδώ να σταθώ είναι και τούτο που έγραψε ο Γ. Σαρηγιάννης στην παραπάνω ανάρτησή του: “Δυστυχώς και ο Γιάννης Τομπρογιάννης, στέλεχος τότε της ΕΔΑ και μετά του ΚΚΕ, κινείται στο ίδιο μήκος κύματος. Αναλύει με τεχνικούς όρους, κλάδο προς κλάδο τι πρέπει να γίνει, χωρίς καμμία απολύτως αναφορά στο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο…”.
Κατ’ αρχήν πρέπει να διορθώσω κάτι: Ο Γιάννης Τομπρογιάννης υπήρξε στην ΕΔΑ ως κομμουνιστής, αφού προϋπήρξε στέλεχος του ΚΚΕ. Μετά πρέπει να παρατηρήσω πως ο Γ. Σαρηγιάννης γράφει αυτά χωρίς όχι παράθεμα μα ούτε καν τον τίτλο του κειμένου του Γιάννη Τομπρογιάννη να σημειώνει στην κυρίως ανάρτησή του – και να προσθέσω πως ο Γ. Σαρηγιάννης ανακριβώς ισχυρίζεται όσα ισχυρίζεται, όπως μπορούν να διαπιστώσουν οι αναγνώστες διαβάζοντας όσα παρακάτω καταχωρώ από το κείμενο του Γιάννη Τομπρογιάννη στο πρώτο τεύχος των “Αρχιτεκτονικών Θεμάτων”, το οποίο είχε τίτλο “Χωροταξικός προγραμματισμός και οικονομική ανάπτυξη”:
“Σε κάθε φάση της αναπτυξιακής διαδικασίας, τα “όρια” μιας οικονομικής περιοχής επηρεάζονται από φυσικούς-γεωγραφικούς και από οικονομικοκοινωνικούς παράγοντες. Οι πρώτοι μεταβάλλονται συνεχώς, κάτω από την ενεργό επέβαση των δεύτερων, και βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση. Οι τεχνολογικές εξελίξεις διευρύνουν συνεχώς τα “όρια” κάθε οικονομικής περιοχής, ανατρέποντας τα εμπόδια της διακινήσεως αγαθών και προσώπων. Η ειδίκευση της παραγωγής στην κάθε περιοχή πραγματοποιείται σε ολοένα μεγαλύτερη κλίμακα. Ταυτόχρονα, πάνω στις αλληλεπιδράσεις αυτές, τις αλληλεξαρτήσεις και τις εξελίξεις δρουν ενεργά και αποφασιστικά οι ανθρώπινες “κοινωνικές σχέσεις”, που έχουν δημιουργηθεί από προϋπάρχουσες παραγωγικές συνθήκες και βρίσκονται σε διαλεκτική αντίθεση με τις δημιουργούμενες νέες συνθήκες παραγωγής.
Μια προγραμματισμένη (ανα)κατανομή των παραγωγικών δυνάμεων μέσα στα όρια μιας μικρής ή μεγάλης οικονομικής περιοχής και η ανάπτυξη της περιοχής επιτυγχάνονται:
α) με την χωροταξία των πόρων (ορυκτού και υδατικού πλούτου, ενεργού πληθυσμού, επενδεδυμένου κεφαλαίου)
β) με την χωροταξία των τομέων (γεωργίας, βιομηχανίας, μεταφορών) και
γ) με την χωροταξία των περιοχών (οικιστική και τουριστική περιοχή, αστικά κέντρα, ειδικές δυναμικές περιοχές).
(Στην ανα)κατανομή αυτή τείνει να γίνη ο άριστος συνδυασμός των πόρων, των τομέων και των περιοχών για την διεύρυνση του επιπέδου της παραγωγής, την επέκταση της απασχολήσεως και την αύξηση των εισοδημάτων και της παραγωγικότητος.
Εκτός από τους παρακάτω συντελεστές παραγωγής, κατά την προγραμματισμένη ανακατανομή τους (αναδιάρθρωση πόρων, τομέων και περιοχών), πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη σαν βασικής σημασίας παράγοντες:
α) η χρονική κλιμάκωση του περιεχομένου της αναδιαρθρώσεως και της αναπτύξεως των παραγωγικών συντελεστών και
β) η σωστή εκτίμηση των ευνοϊκών ή ανασχετικών “κοινωνικών παραγόντων”.
Πρέπει να σημειωθή ότι η υφιστάμενη κατανομή των πόρων, των τομέων και των περιοχών διαμορφωμένη μέσα σε συνθήκες οικονομικής αναπτύξεως όπου κυριαρχεί η ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα δεν μπορεί να είναι η ορθολογικώτερη από την άποψη μιας ισόμετρης αναπτύξεως. Οι ιδιωτικές επιλογές γίνονται με μοναδικό κριτήριο τις ευνοϊκώτερες για την επιχειρηματική κερδοσκοπική δραστηριότητα συνθήκες, χωρίς ενδιαφέρον για τις μακροχρόνιες προοπτικές. Κατά συνέπειαν, η χρονική κλιμάκωση της χωροταξικής ανακατανομής των παραγωγικών συντελεστών, μέσα στις ίδιες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες και όχι με βάση την προτεραιότητα της αναπτύξεως των καθυστερημένων περιοχών, θα τείνη να αυξήση την ανισόμετρη ανάπτυξή τους.
Εξ άλλου, οι αντιδράσεις των “κοινωνικών παραγόντων” στην επιδιωκόμενη ορθολογική ανακατανομή των πόρων, των τομέων και των περιοχών, επηρεάζουν αποφασιστικά και περιορίζουν σημαντικά τις δυνατότητες πραγματοποιήσεως της πιο πάνω χωροταξικής ανακατανομής. Οι αντιδράσεις αυτές, που ασκούνται με την μορφή “ομάδων πιέσεως”, διαμορφώνουν τις αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας πάνω στις προγραμματιζόμενες αλλαγές. Οι παράγοντες αυτοί, παρά την αποφασιστική σημασία τους, δεν εκτιμώνται με σαφήνεια και δεν εμφανίζονται από τους επιστήμονες που συντάσσουν τα προγράμματα αναπτύξεως…”.
Σε επιβεβαίωση της γνώμης μου ότι ο Καθηγητής Γ. Σαρηγιάννης ανακριβώς ισχυρίζεται όσα ισχυρίζεται για τον Γιάννη Τομπρογιάννη σχετικά με το κείμενό του στο πρώτο τεύχος των “Αρχιτεκτονικών Θεμάτων”, το οποίο είχε τίτλο “Χωροταξικός προγραμματισμός και οικονομική ανάπτυξη”, καταχωρώ εδώ και την τελευταία παράγραφο αυτού του κειμένου:
“Το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο, όπως συνάγεται από τα εκτεθέντα, βρίσκεται σε συνεχή διαλεκτική σχέση με το Σχέδιο Προγράμματος Οικονομικής και Κοινωνικής Αναπτύξεως. Το ένα επηρεάζει το άλλο. Και η πραγματοποίησή τους, η τροποποίησή τους ή και η ανατροπή τους εξαρτώνται περισσότερο από την δράση των “οικονομικοκοινωνικών” συμφερόντων και λιγώτερο από την ορθολογική και τεχνοκρατική σύλληψή τους”.
Κώστας Π. Παντελόγλου