Image

Η περίοδος 27 Απριλίου 1941 έως 12 Οκτωβρίου 1944 στη Νέα Φιλαδέλφεια .5

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Σχετικά με τη στάση του Γερμανικού Στρατού επί του προκειμένου, το Υπουργείο Προνοίας είχε ανακοινώσει ότι “ο Γερμανικός Στρατός Κατοχής διέθεσε διά τους απόρους κατοίκους των Αθηνών, του Πειραιώς και των περιχώρων 25 τόννους ρύζι, 2,5 τόννους λάδι, 5 τόννους αλάτι και 150 τόννους παξιμάδια” και ότι αυτά τα είδη “θα μοιρασθούν εις τους πτωχούς διά των συσσιτίων του Πατριωτικού Ιδρύματος” – φύλλο συκής, θα έλεγα, που οι εφημερίδες της Κατοχής, ναι της Κατοχής, το ξαπόστειλαν στις πίσω τους σελίδες, σε ένα ολιγόγραμμο μονόστηλο (βλ. Ακρόπολις, 27 Μαΐου 1941).

Οι κάτοικοι του Μικρασιατοπροσφυγικού Συνοικισμού της Νέας Φιλαδέλφειας, που η πλειοψηφία τους ήταν από τη Σμύρνη, πληροφορήθηκαν την Πέμπτη 29 Μαΐου 1941 πως κυκλοφόρησε και επωλείτο σε όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία το νέο βιβλίο του γνωστού λαογράφου Σωκράτη Προκοπίου Σεργιάνι στην παληά Σμύρνη. Και κάτοικοι άλλων φυσικά συνοικισμών το πληροφορήθηκαν αυτό, όπως επί παραδείγματι της γειτονικής Νέας Ιωνίας.

Μετά από δύο μέρες, το Σάββατο 31 Μαΐου 1941, οι κάτοικοι της Νέας Φιλαδέλφειας, των άλλων Μιρκασιατοπροσφυγικών Συνοικισμών, όλοι οι κάτοικοι της Πρωτεύουσας, αν δεν το είδαν, το πληροφορήθηκαν πως η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, που είχε υψωθεί στην Ακρόπολη κατά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941, καταβιβάστηκε τη νύχτα της 30ης προς 31ην Μαΐου 1941. Οργισμένη ήταν η αντίδραση της Γερμανικής Κατοχής για το γεγονός, όπως αποτυπώθηκε σε ανακοίνωσή της που περιελάμβανε όσα μέχρι στιγμής την είχαν δυσαρεστήσει. Να τι σημείωνε η Γερμανική Κατοχή στην εν λόγω ανακοίνωσή της για τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό: “1) Κατά την νύκτα της 30ης μέχρι 31ης Μαΐου 1941 υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα Γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου” (βλ. Η Βραδυνή, 31 Μαΐου 1941, σελ. 2). Δεν κατάφεραν τότε οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους, παρ’ όσα έπραξαν να εντοπίσουν τους δράστες. Αργότερα, πολύ αργότερα, στις 25 Μαρτίου 1945, ο Ριζοσπάστης έκανε γνωστό ότι δύο παλικαρόπουλα, ο Μανώλης Γλέζος της Ανωτάτης Εμπορικής και ο Λάκης Σάντας της Νομικής Σχολής, έπραξαν αυτό τον αντιστασιακό άθλο που ταξίδεψε και στην Ευρώπη και στον Κόσμο ολόκληρο, και φυσικά σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, θαρρεύοντας τους αντιναζί, δίνοντας κουράγιο στους προβληματισμένους ή και φοβισμένους· δεν έλειψαν ωστόσο κι εκείνοι που μάλιστα σε κύριο άρθρο εφημερίδας μιλούσαν για δράστες “του εγκλήματος της Ακροπόλεως” και συμπλήρωναν: “Πάντως δεν είναι δυνατόν να ήσαν Έλληνες που αγαπούν το Έθνος των. Διότι μόνον παράφρονες ή όργανα ξένης προπαγάνδας ημπορούσαν να διαπράξουν μίαν τόσον επαίσχυντον, αλλά και τόσον επικίνδυνον, ως προς τας συνεπείας της, πράξιν” (βλ. Η Βραδυνή, 2 Ιουνίου 1941, σελ. 1). Υπήρξαν από Έλληνες υποτίθεται και ακόμα χειρότερες αντιδράσεις:” Το πολιτικό κόμμα υπό την επωνυμίαν “Εθνικοσοσιαλιστική Φρουρά της Ελλάδος”, εν τη επιθυμία του όπως υποβοηθήση το έργον της σεβαστής Κυβερνήσεως και εν πλήρη επιγνώσει των αισθημάτων ειλικρινούς συμπαθείας του Ελληνικού Λαού προς την γενναιόφρονα Μεγάλην Γερμανίαν, καταδικάζει δημοσία και εξ ονόματος αυτού την αντεθνικήν πράξιν των μισθάρνων οργάνων του εχθρού, θέλουν δε όπως αποδείξη εις ολόκληρον τον Κόσμον ότι είναι αδύνατον Έλλην την ψυχήν να διαπράξη το αχαρακτήριστον έγκλημα της Ακροπόλεως εις βάρος του Ελληνικού Λαού, προκηρύσσει αμοιβήν 20.000 δραχμών (είκοσι χιλιάδων) υπέρ εκείνου όστις ήθελε καταθέση ή οπωσδήποτε σοβαρώς συντελέση εις την σύλληψιν του δράστου της κλοπής της Γερμανικής Σημαίας. Διά την Εθνικοσοσιαλιστικήν Φρουράν της Ελλάδος, ο Ηγέτης Ν. Πάικος (βλ. Η Βραδυνή, 2 Ιουνίου 1941, σελ. 2).

Επτά πράγματα είχαν δυσαρεστήσει τη Γερμναική Κατοχή, όπως τα κατέγραφε στην ανακοίνωσή της της 31ης Μαΐου 1941. Κάναμε λόγο για το υπ’ αριθμόν 1 – ας δούμε τώρα τα υπ’ αριθμ. 2 και 4:

“2) Ο Τύπος και η δημοσία γνώμη πάντων των στρωμάτων του λαού εκφράζονται ακόμη πάντοτε μετ’ εκδήλου συμπαθείας υπέρ των ηπειρωτικής Ευρώπης εκδιωχθέντων Άγγλων. […] 4) Υπέρ των Άγγλων αιχμαλώτων παρετηρήθησαν, παρά την σχετικήν απαγόρευσιν, επανειλημμένως εκδηλώσεις συμπαθείας (προσφορά δώρων, ανθέων, καρπών, σιγαρέττων, κλπ.). Αι τοιαύται εκδηλώσεις γίνονται ανεκταί εκ μέρους της Ελληνικής Αστυνομίας, εναντίον των οποίων δεν αντέδρασαν μεθ’ όλων των εις την διάθεσιν αυτής ευρισκομένων μέσων”.

Ανακοίνωση επί του θέματος έκανε και ο πρωθυπουργός Τσολάκογλου, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνιζε: “Λαμβάνων αφορμήν από το γεγονός της εκδηλώσεως συμπαθείας προς τους αιχμαλώτους Άγγλους έξωθι της Αθηναϊκής Λέσχης, εφιστώ διά τελευταίαν φοράν την προσοχήν του κοινού επί του γεγονότος, ότι οι τοιαύται εκδηλώσεις βλάπτουν το εθνικόν συμφέρον”. Παρακάτω εποιείτο έκκληση “εις τα πατριωτικά αισθήματα πάντων, όπως επαγρυπνώσι διά την κατάπαυσιν του ατόπου τούτου, όπερ εγκυμονεί ανυπολογίστους εθνικάς συμφοράς” και κατέληγε: “Διέταξα τα αστυνομικά όργανα να επαγρυπνήσουν προς σύλληψιν των αντιπατριωτών τούτων με την βεβαιότητα ότι θα παράσχουν υψίστας και πολυτίμους υπηρεσίας εις την πατρίδα μας. Θέλω να πιστεύω ότι τα αστυνομικά όργανα θα ανταποκριθούν κατά τας κρισίμους ταύτας στιγμάς του Έθνους μας εις τας προσδοκίας μου” (βλ. Η Βραδυνή, 31 Μαΐου 1941). Λίγες μέρες μετά το Υπουργείο Δημοσίας Ασφαλείας ανακοίνωνε: “… κατόπιν αποφάσεως της Επιτροπής Ασφαλείας του Νομού Αττικοβοιωτίας και εγκρίσεως του Υπουργού Δημοσίας Ασφαλείας εκτοπίζονται εξ Αθηνών τριάκοντα έν (31) άτομα διότι άλλα μεν προέβησαν εις αναρμόστους εκδηλώσεις κατά την διέλευσιν Άγγλων αιχμαλώτων, άλλοι δε ετραγώδουν απαγορευμένα άσματα. Η διάρκεια της εκτοπίσεως κυμαίνεται από δύο μηνών μέχρις ενός έτους” (βλ. Αθηναϊκά Νέα, 7 Ιουνίου 1941).

Αναφερόμενος ο Σόλων Νεοκ. Γρηγοριάδης στα σχετικά, γράφει στην Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, ότι με την έναρξη της Κατοχής η εθνική έξαρση ήταν τόσο ισχυρή, ώστε αυθόρμητα, ανοργάνωτα, είτε ατομικά είτε ομαδικά, οι Έλληνες άρχισαν την αντίσταση. Από τις πρώτες εκδηλώσεις, σημειώνει, και οι εκρήξεις συμπάθειας προς τους Άγγλους αιχμαλώτους […] Μια τέτοια ενθουσιώδης έκρηξη έγινε στην Αθήνα από τον εξώστη της Αθηναϊκής Λέσχης την 28η Μαΐου προς φάλαγγα Βρετανών αιχμαλώτων από την Κρήτη οι οποίοι μεταφέρονταν μέσω της οδού Πανεπιστημίου. Και είχε συνέπεια να επιταχθεί η Λέσχη και να εγκατασταθεί στο κτίριό της ορισμένη Γερμανική υπηρεσία, ενώ ο Πρόεδρός της, στρατηγός Μελάς, στάλθηκε εξορία στην Καλαμάτα και κατόπιν στην Αίγινα, υπό περιορισμό”. Και παρακάτω προσθέτει: “Η βοήθεια του λαού προς τους Άγγλους δεν περιοριζόταν στις συναισθηματικές εκδηλώσεις προς τους αιχμαλώτους. Αρκετές χιλιάδες άνδρες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος που είχαν αποκοπεί στην Ελλάδα βρήκαν πλήρη περίθαλψη, κρύφτηκαν σε ελληνικά σπίτια και αμέσως άρχισε η οργάνωση της μυστικής μεταφοράς τους στη Μέση Ανατολή” (βλ. ειδική έκδοση για την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 2011, τόμος 1, σελ. 126 και 127. Πρώτη έκδοση Εκδόσεις Κ. Καπόπουλος 1973).

Ο Γιάννης Καιροφύλας στο βιβλίο του Η Αθήνα του ’40 και της Κατοχής γράφει: “Ήδη η παθητική αντίσταση άρχισε, αλλά τώρα όλο και περισσότερες είναι οι εκδηλώσεις της ενεργητικής αντίστασης. Οι Αθηναίοι κρύβουν πολλούς Άγγλους στα σπίτια τους. Τους κρύβουν μέχρι να βρουν τρόπο να φύγουν για τη Μέση Ανατολή. Ακόμη και τους Άγγλους αιχμαλώτους που συχνά μεταφέρουν οι Γερμανοί με καμιόνια, τους χειροκροτούν και αψηφούν τους κινδύνους από την λύσσα των κατακτητών, που διαπιστώνουν ότι οι Έλληνες δεν σκύβουν εύκολα το κεφάλι” (βλ. σελ. 156-157).

(Ακολουθεί συνέχεια)

Κώστας Π. Παντελόγλου

4 Comments Text