Image

Η περίοδος 27 Απριλίου 1941 έως 12 Οκτωβρίου 1944 στη Νέα Φιλαδέλφεια .19

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Στη στήλη “Της Ημέρας” της εφημερίδας Η Βραδυνή της 28ης Οκτωβρίου 1941 εξαίρεται η απόφαση του υπουργού των Οικονομικών όπως προικοδοτήσει τον Οργανισμόν Χριστιανικής Αλληλεγγύης με 500.000 δραχμές, ώστε “επί τη εισόδω του χειμώνος, δυνηθούν αι πενέστεραι τάξεις να εξασφαλίσουν ό,τι είναι δυνατόν” και σημειώνεται ότι “δωρεάν θα γίνη η διανομή των οσπρίων” – ενώ στα “Ολιγόστιχα” της “Αθηναϊκής Ζωής” σημειώνονται και τα ακόλουθα: 1) “Σε μερικά εστιατόρια υπήρχαν χθες αφθονώτατα ψάρια, σε τιμές όχι τόσο πολύ ακριβές. Τα ψάρια αυτά όπως μας πληροφόρησαν, έρχονται από τας Πάτρας, όπου την εποχή αυτή υπάρχει αφθονία” 2) “Η Εταιρεία Ιππορδρομιών, ελλείψει τροφών, απεφάσισε να πωλήση τις φορφάδες και τους επιβήτορας των μεγάλων ιπποφορβείων της Λαζαρίνας. Η πώλησις θα γίνη δια δημοπρασίας την προσεχή Κυριακήν εις την ζωαγοράν των Τρικκάλων” (βλ. σελ. 1).

Οι επισιτιστικές ειδήσεις της Βραδυνής της 28ης Οκτωβρίου 1941, περιορίζονταν στην δι’ αγορανομικής διατάξεως δέσμευσης πάσης ποσότητος σησαμίου “ευροσκιμένου εις χείρας οιουδήποτε κατόχου”, την άρση της δέσμευσης των ξηρών καρπών και στη διανομή σάπωνος στις περιφέρειες ορισμένων αστυνομικών τμημάτων (βλ. σελ. 2).

Μια ακόμη είδηση του ίδιου φύλλου της Βραδυνής υπό τον τίτλο “Αύριο αυξάνονται αι αποδοχαί των εργατών βιομηχανίας” ήταν η ακόλουθη: “Η σύσκεψις η οποία είχεν εξαγγελθή δια σήμερον εις το Υπουργείον Εργασίας υπό την προεδρίαν του κ. Λιβιεράτου θα γίνη αύριον την πρωΐαν. Εις την εν λόγω σύσκεψιν θα μετάσχουν αντιπρόσωποι της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών, του Συνδέσμου Βιομηχάνων και αι αρμόδιαι υπηρεσίαι του Υπουργείου Εργασίας. Ως πληροφορούμεθα αρμοδίως η σύσκεψις αύτη θα είναι η τελευταία, θα ληφθούν δε κατ’ αυτήν οριστικαί αποφάσεις δια τους εργάτας και υπαλλήλους των βιομηχανικών επιχειρήσεων. Όσον αφορά το χορηγηθησόμενον ποσοστόν αυξήσεως, ουδέν ανεκοινώθη, πιστεύεται όμως ότι τούτο δεν θα είναι κατώτερον του 40%”.

Προφανώς ενδιαφέρουσες οι παραπάνω ειδήσεις και για τους κατοίκους της Νέας Φιλαδέλφειας, πολύ περισσότερο που και βιομηχανική δραστηριότητα αναπτυσσόταν στον άμεσο και ευρύτερο περίγυρό της, αλλά και ευεργετική και σωστική δράση του Οργανισμού Χριστιανικής Αλληλεγγύης εκδηλωνόταν στηριζόμενη σε στελέχη του οδηγισμού και προσκοπισμού της πόλης. Ομοίως ενδιαφέρουσα και η είδηση της εφημερίδας Ακρόπολις κατά την οποία το Υπουργείο Παιδείας “εν τη μερίμνη του περί της υγείας και της σωματικής ενισχύσεως των μαθητών των σχολείων της μέσης και δημοτικής εκπαιδεύσεως Αθηνών-Πειραιώς, ιδιαιτέρως δε των απορωτέρων προέβη εις την σύστασιν ειδικής επιτροπής, ήτις εξευρούσα τας πρώτας ποσότητας σταφίδος και ξηρών καρπών (αμυγδάλων, καστάνων κλπ.) θα αρχίση εντός της προσεχούς εβδομάδος να διανέμη τας τροφάς ταύτας κατά σχολεία” (βλ. το φύλλο της Παρασκευής 28 Οκτωβρίου 1941, σελ. 1). Πληρέστερη μάλλον η Ακρόπολις σημειώνει ότι η δωρεάν διανομή των οσπρίων θα γίνει από τους παντοπώλες βάσει του δελτίου και ότι “τα διανεμηθησόμενα όσπρια είναι ρεβύθια και φασόλια” (σελ. 2) και ακόμη ότι η Ομοσπονδία Παντοπωλών και Εδωδιμοπωλών ανακοίνωσε πως η διανομή αλατιού και σπίρτων συνεχίζεται (βλ. σελ. 2).

Δυο ειδήσεις της Ακροπόλεως της 28ης Οκτωβρίου 1941 σημειώνω αμέσως παρακάτω – ειδήσεις συνυφασμένες με μια από τις πρώτες πράξεις αντίστασης στη Γερμανοϊταλική Κατοχή. Είδηση πρώτη, υπό τον τίτλο “Απελύθη ο Καθηγητής κ. Κ. Τσάτσος”: “Δια Διατάγματος υπογραφέντος υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, απολύεται της υπηρεσίας ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κων. Τσάτσος, διότι δεν συνεμορφώθη προς ρητήν διαταγήν της Κυβερνήσεως, στερούμενος και παντός συνταξιοδοτικού δικαιώματος”. Είδηση δεύτερη, υπό τον τίτλο “Απαγορεύονται αι απεργίαι μαθητών”: Κατηρτίσθη και θα δημοσιευθή εντός της ημέρας εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως Νομοθετικόν Διάταγμα ορίζον ότι μαθηταί σχολείων πάσης τάξεως απεργούντες ομαδικώς εις μίαν οιανδήποτε ημέραν δεν θα γίνωνται του λοιπού δεκτοί εις τα σχολεία απαγορευομένης εφεξής της φοιτήσεώς των εις αυτά” (σελ. 2).

Ας διαφωτίσουμε ωστόσο τις ειδήσεις αυτές, ας τους δώσουμε το πραγματικό τους περιεχόμενο. Στις ημερολογιακές σημειώσεις των χρόνων της Κατοχής 1941-1944 της Ιωάννας Τσάτσου (Φύλλα Κατοχής, σελ. 18-21) διαβάζουμε: “27 Οκτώβρη 1941. Μεγάλη μέρα σήμερα. Σαν ν’ ανοίξαμε τα παράθυρα και να πλημμύρισε ήλιος το σπίτι. Ο Κωστάκης [τον σύζυγό της Καθηγητή Κωνσταντίνο Τσάτσο εννοεί] είχε μάθημα στο Πανεπιστήμιο αύριο, επέτειο της κήρυξης του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Δήλωσε όμως στους φοιτητές πως θα το κάνη σήμερα, αντίθετα προς την εντολή της Κυβέρνησης, γιατί την 28η Οκτωβρίου τη θεωρούσε μέρα γιορτής εθνικής. Έτσι κι έκανε. Το βράδυ μετά το μάθημα όταν γύρισε στο σπίτι, πολλά παιδιά τον συνώδευαν. Όλα είχαν μια έκφραση θλίψης και περηφάνειας μαζί. Κατασυγκινημένοι από τα λόγια του, ένοιωθαν σαν ελεύθεροι σκλαβωμένοι. Όταν μείναμε μόνοι, για να περάσει η ώρα, αποφασίσαμε να βάλωμε τάξη στην βιβλιοθήκη. Εκείν ητην στιγμή χτυπά το κουδούνι της εξώπορτας. Ανοίγω η ίδια. Κάποιος φίλος από την Ασφάλεια μάς ειδοποιεί πως έρχονται να συλλάβουν τον Κωστάκη. Μια στιγμή συζητούμε τι πρέπει να γίνη. Είμαστε αναποφάσιστοι. Μα καλύτερα να φύγη από το σπίτι, μια που πίσω απ’ αυτή την δίωξη είναι ο εχθρός. Φεύγει λοιπόν αμέσως και πάει στου παλαιού καλού του φίλου, στου Γιώργου Λάπα. Σε μισή ώρα χτυπά πάλι η πόρτα. Ανοίγω. Δύο νέοι, ο ένας κάτι μου θυμίζει, ζητούν τον άνδρα μου. Τους λέω πως λείπει. Με ρωτούν πότε θα γυρίση. Απαντώ στις εννιά το βράδυ. Φεύγουν. Πλησιάζει οκτώ. Τα παιδιά πλαγιάζουν να κοιμηθούν. Η Δέσποινα με την κούκλα της αγκαλιά. Η Ντόρα με τον Τέντυ της, την πελώρια αρκούδα της. Γρήγορα βυθίστηκαν στον ύπνο. Στις εννιά, χτυπάει πάλι η πόρτα. Ήταν οι ίδιοι άνθρωποι. “Ο κ. Τσάτσος;” – “Δεν είναι εδώ”. Δείχνουν τις ταυτότητές των και λένε: “Ασφάλεια. Θα κάνωμε έρευνα στο σπίτι”. Και αρχίζουν να ψάχνουν με τους δυνατούς φακούς των παντού. Ψάχνουν στα δωμάτια, στις τουαλέτες, στις αποθήκες. Φωτίζουν επίμονα και την Ντόρα με τον Τέντυ της. Δεν καταλαβαίνουν ποια είναι αυτή η σκιά κοντά στο παιδί. Ευτυχώς που η Ντόρα κοιμάται βαθειά. Μετά την έρευνα μού δηλώνουν πως έχουν εντολή ο ένας να εγκατασταθή στο σπίτι, και οι δυο άλλοι να φυλάνε την εξώπορτα. Πραγματικά οι δυο φεύγουν και ο άλλος ξαπλώνει σε μια βαθειά πολυθρόνα. Η ώρα περνά· έντεκα.. μεσάνυχτα… Έχω μια νύστα αβάσταχτη. Ο άνθρωπος που έχει μείνει στο σπίτι μού λέει: – “Τον γνωρίζω τον κ. Τσάτσο, εγώ τον συνέλαβα και επί Μεταξά”. Τον κοιτάζω με οίκτο: “Μα δεν είσαι πολύ νέος να κάνης συνέχεια αυτή την δουλειά;”, ρωτώ. Δεν μου απαντά· μα σαν να ντράπηκε, γιατί σε λίγο ξεκάρφωτα ψιθυρίζει: “Πρέπει να κατέβω να ιδώ τι κάνουν οι άλλοι” και εξαφανίζεται. Κλείνω με ανακούφιση την πόρτα μου και πάω επιτέλους στο κρεββάτι μου”“Και η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου είχε τοιχοκολλήσει ανακοίνωση πως η 28η Οκτωβρίου δεν είναι εξαιρετέα και όλα τα μαθήματα θα γίνουν [κανονικά]”. – “28 Οκτώβρη 1941. Τέτοιο θρίαμβο εθνικής γιορτής δεν τον έχω ξαναζήσει. Από τις εφτά με ξύπνησαν τα τηλέφωνα που από κείνη την στιγμή κουδουνίζουν ακατάπαυστα. Οι σημερινές εφημερίδες γράφουν: “Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος απολύεται και στερείται της συντάξεώς του”. Το σπίτι γεμίζει από γνωστούς και αγνώστους. Την εξώπορτα την έχω αφήσει ανοιχτή. Πολιτικοί, αξιωματικοί και αξιωματούχοι, κοινοί θνητοί, όλοι εδώ. Ένας άγνωστος λοχαγός ζητάει να μου μιλήσει χωριστά. “Μετά το Αλβανικό μέτωπο, πρώτη μέρα σήμερα νοιώθω ελεύθερος”, μου λέει σιγά. Τα μάτια του είναι θολά από δάκρυα. “Θέλω να σας προσφέρω ό,τι διαθέτω” και βγάζει δειλά από την τσέπη του μια χρυσή λίρα. Μια στιγμή χάνω τα λόγια μου συγκινημένη από τα λόγια αυτού του ανθρώπους. “Τώρα δεν χρειάζομαι τίποτα, αν χρειαστώ…”, ψιθυρίζω με φόβο μην τον προσβάλλω. “Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ αληθινά”. Φωνές ακούγονται στην οδό Κυδαθηναίων. Ο δρόμος έχει μαυρίσει από φοιτητές. Τα παιδιά, αφού καταθέσανε λουλούδια στον Άγνωστο Στρατιώτη, έρχονται κατ’ ευθείαν στην οδό Κυδαθηναίων, κάτω από το σπίτι μας. “Θέλομε τον Τσάτσο, θέλομε τον Τσάτσο”, φωνάζουν με ρυθμό. “Άλλο θύμα του Άξονα, ο Τσάτσος”. Το τηλέφωνο χτυπά επίμονα. Παίρνω το ακουστικό. Είναι αξιωματικός της Αστυνομίας. “Προσπαθήστε να διαλύσετε τους φοιτητάς”, μου λέει, “έρχονται οι Ιταλοί”. Κατεβαίνω τρέχοντας την σκάλα, βγαίνω στον δρόμο και λέω στους νέους: “Το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να συμβή στον δάσκαλό σας, είναι να χτυπηθή ένας από σας. Σας παρακαλώ να διαλυθήτε, να πάτε ήσυχα στα σπίτια σας. Πολύ σύντομα θα είμαστε πάλι όλοι μαζί”. Καταλαβαίνουν και με πολλή δυσκολία αρχίζουν να διαλύωνται. Ως αργά την νύχτα, το σπίτι είναι ένα προσκύνημα. Οι άνθρωποι της Ασφάλειας φυλάνε πάντα την οδό Κυδαθηναίων. […] Από τα παιδιά αυτά, οι Ιταλοί πιάσανε εφτά, τους πιο ζωηρούς, που αφού τους δείρανε για να τους αποσπάσουν ομολογίες εις βάρος του Κωνσταντίνου Τσάτσου, τους άφησαν μετά τρεις ημέρες ελεύθερους”.

(Ακολουθεί συνέχεια)

Κώστας Π. Παντελόγλου

1 Comments Text