Image

Ιούλιος Δαυίδ: ένας γάλλος δάσκαλος στη Σμύρνη του 1821

5
λεπτά ανάγνωσης
O Jules David σε ηλικία 4 ετών (έργο του πατέρα του, Jacques-Louis David)

Το όνομά του ήταν Jules, και ήταν γιος ενός από τους γνωστότερους ζωγράφους της επαναστατικής Γαλλίας, του Louis David, στενού φίλου του Ροβεσπιέρου και ζωγράφου του περίφημου πίνακα της δολοφονίας του Μαρά. Η μητέρα του αντίθετα προερχόταν από τους κύκλους της βασιλικής αυλής. Ο ίδιος ο Jules ήταν ένας εξαίρετος ελληνιστής σπουδασμένος στη Γερμανία, που σε διαφορετικές συνθήκες θα είχε κάνει σημαντική ακαδημαϊκή καριέρα. Η ταραγμένη μετεπαναστατική ατμόσφαιρα στη Γαλλία όμως οδηγεί τον πατέρα του στην εξορία, αλλάζει τη ροή της ζωής του Jules και τον οδηγεί στην προεπαναστατική Ελλάδα.

Mια κρίσιμη συνάντηση παίζει καθοριστικό ρόλο στην απόφαση αυτή: ο Αδαμάντιος Κοραής ζει και εργάζεται στο Παρίσι για την υπόθεση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Πείθει τον Jules, που έχει διδαχτεί τη νέα ελληνική γλώσσα στη Σχολή Νέων Ανατολικών Γλωσσών του Παρισιού, ότι η επανάσταση χρειάζεται τη συνδρομή του και ότι μπορεί να συμβάλει στο φωτισμό του γένους, που είναι απαραίτητος για την προετοιμασία της επανάστασης. Πώς; Διδάσκοντας τη γαλλική γλώσσα στη Σχολή της Χίου. Έτσι, το 1816, ενώ η μητέρα του αγωνίζεται να του εξασφαλίσει κάποια πανεπιστημιακή έδρα, εκείνος έχει ήδη ξεκινήσει το ταξίδι. Στη Χίο, μέτά από μια θερμή υποδοχή που του επιφυλάσσεται, ο David διδάσκει με μεγάλη επιτυχία, όπως φαίνεται από την αγάπη των μαθητών του: αρκετά χρόνια αργότερα, ο μαθητής του Παναγιώτης Σούτσος αφιερώνει στον αγαπημένο του δάσκαλο την ποιητική του συλλογή «Ωδές ενός νέου Έλληνα» («Odes dun jeune Grec», 1828).

Στο σημείο αυτό, υπάρχουν ορισμένα κενά στην ανασύνθεση της ιστορίας μας, δεν ξέρουμε τι ακριβώς συνέβη. Η περιορισμένη κοινωνική ζωή του νησιού κούρασε τον Jules, που είχε μια έμφυτη διάθεση εξερεύνησης, ή μήπως τα θέλγητρα της απέναντι κοσμοπολίτικης Σμύρνης τον καλούσαν; Πάντως το 1818, ενάμιση χρόνο αργότερα, τον βρίσκουμε στη Σμύρνη παντρεμένο με μια νεαρή και όμορφη, όπως μαρτυρείται, Σμυρνιά, τη Μαριγώ Καπινάκη. Μας σώζεται μάλιστα η ληξιαρχική πράξη του γάμου τους με την υπογραφή της. Την ίδια εποχή, ο Κοραής γράφει σε επιστολή του πως πρέπει να βρεθεί άλλος δάσκαλος γαλλικών για τη Σχολή της Χίου, κι ότι θα πρέπει απαραιτήτως να του βρουν και μια σύζυγο, για να μην τον χάσουν όπως τον προηγούμενο!

Εντωμεταξύ, ο Jules David αναπτύσσει συγγραφικό έργο. Πρώτα γράφει έναν Συνοπτικό Παραλληλισμό μεταξύ αρχαίας και νέας ελληνικής γλώσσας, τον οποίο εκδίδει με το όνομά του εξελληνισμένο, ως Ιούλιος Δαυίδ, με στόχο να διδάξει τη νέα ελληνική σε ευρωπαίους αρχαιομαθείς. Στη συνέχεια συντάσσει μια από τις παλαιότερες μεθόδους διδασκαλίας της ελληνικής ως ξένης γλώσσας (1821), οι διάλογοι της οποίας αποκαλύπτουν την καθημερινή ζωή, την κουλτούρα και τη γλώσσα της Σμύρνης, ενώ παράλληλα παρέχουν γεωγραφικές και ιστορικοπολιτικές πληροφορίες για την εποχή, από την οπτική γωνία ενός αλλόγλωσσου. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ο David, θέτοντας ως στόχο να επιτύχει την επικοινωνία των νέων της Ευρώπης με τους νεοέλληνες, επιλέγει να διδάξει τη δημώδη γλώσσα της εποχής και πιο συγκεκριμένα το ιδίωμα της Σμύρνης, εμπλουτισμένο με ορισμένα λόγια στοιχεία. Τις γλωσσικές του επιλογές εξηγεί με σαφήνεια σε έναν πολύ μαχητικό πρόλογο. Η μέθοδός του εκδίδεται στο Παρίσι το 1821 (αργότερα θα γνωρίσει επανεκδόσεις και μεταφράσεις), ενώ στα τέλη της ίδιας χρονιάς κυκλοφορεί ένα άλλο του κείμενο, η Έκκληση στα έθνη για τους Έλληνες από έναν γάλλο πολίτη.

Το κάλεσμα αυτό καθιστά τη θέση τη δική του και της οικογένειάς του επικίνδυνη στη Σμύρνη. Έτσι, φεύγουν για την Τεργέστη με τη γυναίκα του και το μικρό γιο που έχουν στο μεταξύ αποκτήσει. Εκεί θα συναντηθούν με τον αδελφό του Ναπολέοντα Jérôme Bonaparte, που θα μαγευτεί από τα όμορφα μάτια και το γοητευτικό χαμόγελο της κυρίας Davidi. Το ζευγάρι θα τον ακολουθήσει στη Ρώμη κι εκείνος θα γίνει νονός του δεύτερού τους παιδιού. Ο Jules θα κατορθώσει τελικά να βρει τρόπο να φτάσει στο Παρίσι το 1825, όπου θα φροντίσει την επικύρωση του γάμου του με τη Μαριγώ και θα εξασφαλίσει μια θέση διδασκαλίας της αρχαίας και τη νέας ελληνικής στη Σορβόννη. Η ζωή θα του επιφυλάξει αρκετές πίκρες: το πρώτο τους παιδί θα κλειστεί άρρωστο σε ίδρυμα, ο ίδιος δε θα αποκτήσει ποτέ θέση τακτικού καθηγητή στη Σορβόννη, ενώ το έργο της ζωής του, ένα εκτεταμένο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με αναφορές στη νέα ελληνική, δε θα βρει ποτέ εκδότη μέχρι το θάνατο του Jules David το 1854, σε ηλικία 71 ετών.

Ο ξεχωριστός αυτός άνθρωπος με την παλλόμενη ψυχή θα ανασυρθεί από τη λήθη λίγα χρόνια πριν από έναν ελληνικής καταγωγής καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κεμπέκ στο Μόντρεαλ, τον JeanAntoine Caravolas (Jules David et les études grecques, 1783-1854. Paris: lHarmattan). Η αναγνώριση του έργου ενός ανθρώπου των γραμμάτων που αγωνίστηκε με τον τρόπο του για την ανεξαρτησία της Ελλάδας και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην υπόθεση της διάδοσης της ελληνικής γλώσσας, υποστηρίζοντας τη δημοτική από τη θέση του αρχαιομαθούς, δεν είναι μικρή υπόθεση και μένει να συνεχιστεί.

λ.

i Κατά τον B. Melchior-Bonnet, Jérôme Bonaparte ou l’envers de l’épopée, Paris: Librairie académique Perrin, 1979, p. 324 (αναφορά στο Caravolas, J. A. 2005. L’ helléniste français Jules David (1783-1854). La Revue Historique, Institut de Recherches Néohelléniques Volume IΙ: 136).